Αλλεργία

pharmaceutical

Αλλεργιολογία

Η αλλεργία ορίζεται ως μία ανοσολογική αντίδραση υπερευαισθησίας, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε ποικιλία νοσημάτων (π.χ. αναφυλαξία, κνίδωση, αγγειοοίδημα, αλλεργική ρινοεπιπεφυκίτιδα, αλλεργικό άσθμα, αλλεργική αγγειίτιδα ) μέσω ξεχωριστών παθολογικών μηχανισμών και επομένως μπορούν να γίνουν διαφορετικές προσεγγίσεις στη διάγνωση, τη θεραπεία και την πρόληψη της νόσου.

Οι αλλεργικές ασθένειες επηρεάζουν τις ζωές περισσότερων από ενός δισεκατομμυρίου ατόμων παγκοσμίως. Με αύξηση υπό τη μορφή επιδημίας κατά τη διάρκεια των τελευταίων 60 ετών, ο επιπολασμός των αλλεργικών νοσημάτων αναμένεται να φτάσει τα 4 δισεκατομμύρια τη δεκαετία του 2050

Αλλεργική ρινίτιδα

Η αλλεργική ρινίτιδα (ΑΡ) είναι μια συμπτωματική διαταραχή της μύτης μετά από έκθεση σε αλλεργιογόνο προκαλούμενη από IgE μεσολαβούμενη - φλεγμονή των μεμβρανών της μύτης.
Τα βασικά συμπτώματα της ΑΡ είναι ο ρινικός κνησμός, το φτάρνισμα, η ρινόρροια και η ρινική συμφόρηση. Τα οφθαλμικά συμπτώματα είναι επίσης συχνά. Η αλλεργική ρινοεπιπεφυκίτιδα σχετίζεται με κνησμό , ερυθρότητα των ματιών και δακρύρροια. Άλλα συμπτώματα μπορεί να είναι φαγούρα στον ουρανίσκο, οπισθορινικές εκκρίσεις και βήχας. Επιπλέον η ΑΡ σχετίζεται συχνά με το άσθμα και έχει φανεί πως η μη ελεγχόμενη μέτρια – σοβαρή ΑΡ επηρεάζει τον έλεγχο του άσθματος

Ταξινομείται σε

  • Διαλείπουσα ή εμμένουσα βάσει της διάρκειας των συμπτωμάτων
  • Ήπια ή Μέτρια/Σοβαρή βάσει της βαρύτητας των συμπτωμάτων

Σε σύγκριση με άλλες ιατρικές παθήσεις, η ΑΡ μπορεί να φαίνεται ότι δεν είναι σοβαρή επειδή δεν σχετίζεται με σοβαρή νοσηρότητα και θνησιμότητα. Ωστόσο, η ΑΡ επηρεάζει αρνητικά την ποιότητα ζωής πολλών ασθενών μειώνοντας την ποιότητα του ύπνου τη γνωστική λειτουργία ενώ προκαλεί ευερεθιστότητα και κόπωση. Η αλλεργική ρινίτιδα σχετίζεται με μειωμένη απόδοση στο σχολείο και στην εργασία, ειδικά κατά την περίοδο αιχμής της γύρης Στην Ευρώπη ο επιπολασμός της επιβεβαιωμένης ΑΡ κυμαίνεται στους ενήλικες από 17% έως 28,5%.

Κνίδωση

Η κνίδωση είναι μια συχνή, ετερογενής νόσος με μεγάλη ποικιλία υποκείμενων αιτιών. Χαρακτηρίζεται από την ανάπτυξη πομφών, διάρκειας 1-24 ωρών ή/και αγγειοοιδήματος που μπορεί να διαρκέσει έως και 72 ώρες.. Η ισταμίνη είναι ο βασικός μεσολαβητής στην κνίδωση και στις περισσότερες περιπτώσεις αγγειοοιδήματος.

Ταξινομείται βάσει της διάρκειάς της σε:

  • Οξεία κνίδωση (≤ 6 εβδομάδες)
  • Χρόνια κνίδωση ( > 6 εβδομάδες)

Υπολογίζεται ότι έως και το 25% των ενηλίκων θα βιώσουν τουλάχιστον ένα επεισόδιο οξείας κνίδωσης κάποια στιγμή στη ζωή τους, ενώ ο επιπολασμός της χρόνιας κνίδωσης μεμονωμένα κυμαίνεται στο 3%.

Αυτές οι πληροφορίες προορίζονται για γενική πληροφόρηση και ενημέρωση του κοινού και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τη συμβουλή ιατρού ή άλλου αρμόδιου επαγγελματία υγείας.

Προϊόντα της Menarini